Παρασκευή 6 Νοεμβρίου 2009

''Άτακτα'' Αδαμαντίου Κοραή



ΑΤΑΚΤΑ,
ΗΓΟΥΝ
ΠΑΝΤΟΔΑΠΩΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΝΕΑΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗΝ ΓΛΩΣΣΑΝ
ΑΥΤΟΣΧΕΔΙΩΝ ΣΗΜΕΙΩΣΕΩΝ,
ΚΑΙ ΤΙΝΩΝ ΑΛΛΩΝ ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΩΝ,
ΑΥΤΟΣΧΕΔΙΟΣ ΣΥΝΑΓΩΓΗ.

ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ,

ΠΕΡΙΕΧΩΝ ΔΥΟ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ,

ΜΕ ΜΑΚΡΑΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΕΝΤΕ ΠΙΝΑΚΑΣ.

ΕΝ ΠΑΡΙΣΙΟΙΣ,

ΕΚ ΤΗΣ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑΣ Κ. ΕΒΕΡΑΡΤΟΥ.

SE TROUVE CHEZ

F. DIDIT, PERE ET FILS, RUE JACOB, No 24

1828


- - -

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ.

Μη παραξενισθή ο αναγνώστης ακούων, πρώτην ίσως φοράν, επιγραφόμενον βιβλίον ΑΤΑΚΤΑ, πριν ακούση και ό,τι μ' εκίνησε να ασχημίσω τα νυν εκδιδόμενα με τοιαύτην επιγραφήν.

Εις την βιβλιοθήκην μου ευρίσκοντο σκορπισμένα πολλά διαφόρου ύλης σημειώματα, άλλα εις τετράδια, και άλλα εις απλά χαρτίου φύλλα, γραμμένα εις ιδίαν μου χρήσιν παρέργως, ως ο καιρός μ' εσυγχώρει, και δια τούτο ανάξια να κοινωνηθώσιν εις κανένα, και αναξιώτερα να δημοσιευθώσι δια τύπων. Φίλοι τινές απ' εκείνων των φίλων το γένος, των οποίων η ισχυρά φιλία δεκάζει κάποτε την κρίσιν, μ' επαρακάλεσαν να τα κοινοποιήσω, ουδέ μ' εσυγχώρησαν καν να τα αναθεωρήσω, ή να διορθώσω οπωσδήποτε την αταξίαν των, υποπτευόμενοι διακαώς, οτι η ηλικία μου δεν μ' εσυγχώρει πλέον αναθεωρήσεως καιρόν.

Δια να ευχαριστήσω λοιπόν τους φίλους μου, παραβαίνω την φρόνιμον συμβουλήν, «Τα εν οίκω μη εν δήμω» και τολμώ να δημοσιεύσω όσα δεν έπρεπεν ίσως να φανερώσω εις κανένα. Τούτο είναι η καθαρά αλήθεια · ας με πιστεύση όστις σέβεται την αλήθειαν.

Αλλ' επειδή σκοπόν είχα να συναθροίσω διαφόρου γένους σημειώματα εις εν σώμα, διηρημένον εις πολλούς ή ολίγους τόμους, μ' εχρειάζετο και επιγραφή εις το πολυμελές και πολυποίκιλον τούτο σώμα. ؛Και ποίαν επιγραφήν ή ποίον όνομα είχα να δώσω αρμόδιον εις τοιαύτην ανάρμοστον σύνταξιν ;

Oι παλαιοί επέγραφαν τα τοιαύτα, Σύμμικτα, Παντοδαπά, Ποικίλα, Σποράδην υπομνήματα, και Άτακτα. Τοιαύτα ήσαν τα Σύμμικτα ή τα Καταβραχύ υπομνήματα του Αριστοξένου, τα Παντοδαπά του Φιλήμονος και του Φαβωρίνου, τα Σποράδην υπομνήματα του Ιερωνύμου, τα Άτακτα του Φιλητά και άλλων άλλα (Ι) · εκ των οποίων τίποτ' άλλο δεν μας έμεινε παρά την γνωστήν εις όλους Ποικίλην ιστορίαν του Αιλιανού.

؛Ποίαν απο ταύτας τας επιγραφάς έπρεπε να διαλέξω ; το Σ ύ μ μ ι κ τ α (mélanges), ως όνομα γενικόν, εμπορεί να προσαρμοσθή εις πολλά τοιαύτα · και αν σημαίνη μίγμα απο διαφόρους ετερογενείς ύλας, δεν αποβάλλει όμως ολότελα την τάξιν, ως συμπεραίνεται απο του Αιλιανού την Ποικίλην ιστορίαν, διαταγμένην εις βιβλία και κεφάλαια. Του Φιλητά τα Ά τ α κ τ α, επι -

- - - - - - - - -
(Ι) Ίδε τον Αθήν. ΙΙΙ, σελ. ΙΙ4, XIV, σελ. 6Ι9 και 632. καί
Διογ. τον Λαέρτ. ΙΙ, Ι4 και 20.


γραφόμενα έτι και Ά τ α κ τ ο ι γ λ ώ σ σ α ι, ίσως δεν επωνομάσθησαν ούτως, πλην διότι δεν τας έταξε κατ' αλφαβητικήν, ή άλλην τινά συνεχή σειράν, αλλά τας εσημείονεν ως του ήρχοντο εις νουν, και ως το εσυγχώρει ο καιρός. Όπως αν ήναι, τόσον πλέον μ' άρεσεν ο Φιλητάς (Ι), όσον ενδέχεται να ήναι και των Ατάκτων 'κείνου ατακτότερα τα ιδικά μου Άτακτα.

Εσώρευσα εις αυτά Εξηγήσεις λέξεων και της παλαιάς και της σημερινής ημών γλώσσης, Ύλην ολίγην, ή μάλλον Ύλης Λεξικού κοινού δοκίμιον, γραμματικά τινα, ηθικά, πολιτικά, ιστορικά, αρχαιολογικά, ίσως και θεολογικά υπομνήματα · όλα ατελή, όλα άξεστα, όλα ανεπίκριτα, εις ένα λόγον, Άτακτα. Μετά τοιαύτην εξομολόγησιν, δίκαιον έχω να ελπίζω απο τον δίκαιον

- - - - - - - - -
(Ι) Ο Φιλητάς ήτο Κώος την πατρίδα · ήκμασε κατά τους χρόνους του Αλεξάνδρου, και επέκεινα, χρηματίσας και διδάσκαλος Πτολεμαίου του δευτέρου. Παρά τα Ά τ α κ τ α έγραψεν Ελεγείας, Επιγράμματα, και άλλα. Αν πιστεύσωμεν τους ιστορήσαντας τα περί αυτού, ο Φιλητάς, καταγινόμενος επιμόνως εις λύσεις σοφισμάτων, και εξαιρέτως του περιβοήτου σοφίσματος, του Ψ ε υ δ ο μ έ ν ο υ, έπεσεν εις φθίσιν και απέθανεν, ως μαρτυρεί και το επιγραφέν εις τον τάφον του δίστιχον τούτο :

Ξείνε, Φιλητάς ειμί. Λόγων ο Ψευδόμενός με
Ώλεσε, και νυκτών φροντίδες εσπέριοι.

Φθίσις δια τον Ψευδόμενον! Τούτο ήτο (αν η ιστορία αληθεύη) των Ατάκτων του Φιλητά το ατακτότατον. (Ίδ. Σούδ. λέξ. Φιλητάς, Αθήν. ΙΧ, σεν. 40Ι, και Αιλιαν. Ποικ. ιστορ. ΙΧ, Ι4).



αναγνώστην, οτι δεν θέλει με κατακρίνειν ως τολμήσαντα να τον απατήσω, πωλών εις αυτόν τους χάλικας ως μαργαρίτας.

Μ' επροξένησε και τούτο μικράν απορίαν, πόθεν έπρεπε ν' αρχίσω την έκδοσιν · αλλά δεν άργησα να καταλάβω, οτι τοιαύτη απορία ωμοίαζε την φροντίδα να βάλω τάξιν εις τα Άτακτα.

Αρχίζω λοιπόν απο δύο ποιήματα, γραμμένα εις την κοινήν ημών γλώσσαν, περί τα μέσα της δωδεκάτης απο Χριστού εκατονταετηρίδος, απο Θεόδωρον τον επονομασθέντα Πρόδρομον, ή Πτωχοπρόδρομον, προσφωνημένα, εις τον τότε των Γραικορωμαίων αυτοκράτορα Μανουήλ τον Κομνηνόν. Έλαβα το κείμενον απο αντίγραφον σημειωμένον με τον αριθμόν Ι3Ι0, σωζόμενον εις την εν Παρισίοις βασιλικήν βιβλιοθήκην, και εφρόντισα την παραβολήν του με δεύτερον άλλο αντίγραφον σημειωμένον 382. Την ανώμαλον κακήν γραφήν ολιγάκις ωρθογράφησα · και ίσως ουδ' έπρεπεν όλως να φροντίσω περί αυτής, ως δεν εφρόντισεν ουδ' ο Δουκάγγιος εις την σύνταξιν του Λεξικού του, του οποίου εξήγησα κ' εδιόρθωσα πολλά μέρη, εις αμοιβήν όσης έλαβα ωφελείας απ' αυτό.

؛Ποίαν όμως κοινωνίαν (ήθελέ τις ερωτήσειν) έχουν του Προδρόμου τα ποιήματα με τα Άτακτα ; Ενδεχόμενον να εγράφησαν ατάκτως απο τον ποιητήν · ετάχθησαν όμως προ πολλού εις τον αριθμόν των σωζομένων βιβλίων, και ο δημοσιεύων αυτά δια τύπων συγχωρείται να τα κρίνη ή να τα κατακρίνη, όχι όμως και να τα προσκολλήση εις τα ίδιά του Άτακτα.

Αλλ' ουδ' εγώ συκοφαντώ τον ποιητήν, ως κοινωνόν της αταξίας μου. Τα δύο του ποιήματα μόλις υπερβαίνουν τον αριθμόν χιλίων στίχων · αλλ' αι εις αυτά σημειώσεις μου είναι υπέρμετρα μακραί, και ταύτας μόνας συγκαταριθμώ με τα λοιπά μου Άτακτα, μην έχων τον καιρόν να τας προσαρμόσω καλήτερα [(η με υπογεγραμμένη)] εις το κείμενον, να τας καθαρίσω απο πολλάς παλιλλογίας, ταυτολογίας, ίσως και ματαιολογίας.

Των σημειώσεων τούτων η άτακτος συναγωγή έγινε πριν γνωρίσω τα ποιήματα του Προδρόμου · αλλ' αφού τα εγνώρισα, έκρινα να τα προσθέσω ως κείμενον εις τας σημειώσεις, με σκοπόν να διδαχθώ (όχι να διδάξω άλλους) την διαφοράν της κοινής ημών γλώσσης απο την προ σχεδόν 700 ετών κοινώς λαλουμένην γλώσσαν · να ερευνήσω τι εκέρδησε και τι έχασεν εις το μακρόν τούτο διάστημα, και ποία είναι τα μέσα ν' αυξήσωμεν τα κέρδη και να ελαττώσωμεν τας ζημίας της.

Αρκούν τόσα εις απολογίαν μου. Καιρός είναι να είπω τι και περί του ποιητού, και περί των ποιημάτων του, περί των οποίων είπα τι εμπαρόδω και άλλοτε (Ι).

- - - - - - - - -
(Ι) Εις τα εις τον Ξενοκράτ. και Γαλην. Προλεγόμεν. σελ. κα'-κε'.


ΠΕΡΙ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ.
- - -

Ποτ' εγεννήθη και πόσον έζησεν ο Πρόδρομος, δεν είναι γνωστόν. Τούτο γινώσκεται βεβαίως, οτι έζη κατά την δωδεκάτην εκατονταετηρίδα εις το μεταξύ του ΙΙ43, και του ΙΙ80 έτους διάστημα, όσον εβασίλευσε και Μανουήλ Κομνηνός, προς τον οποίον αναφέρει τα ποιήματά του. Απ' αυτά μανθάνομεν, οτι ήτο Μοναχός το επάγγελμα, και οτι έπασχε πενίαν άκραν, τόσον πλέον ανυπόφορον, όσον ελιμοκτονείτο απ' αυτούς εκείνους τους τρυφηλούς Μοναχούς, των οποίων έβλεπε παρών τα συβαριτικά συμπόσια.

Περί της λοιπής βιογραφίας του ποιητού μας, άλλο δεν εξεύρομεν, πλην οτι είχε πάππον ονομαζόμενον ωσαύτως Πρόδρομον, και θείον, ονομαζόμενον Χριστόν, Αρχιερέα Ρωσικής τινός επαρχίας, ως φαίνεται απο τους εξής ιαμβικούς αυτού στίχους, δια των οποίων απολογείται, οργιζόμενος προς τινα σύγχρονόν του λόγοιον, επονομαζόμενον Βαρύν, όστις τον εσυκοφάντει (κατά την συνήθειαν των λογίων εκείνου του καιρού), ως αιρετικόν ·


Εγώ, κάκιστε, δυσσεβής εις τον λόγον,
Ος πατέρων μεν εξέφυν θεοφρόνων,
Την πίστιν εκ τε πραγμάτων πιστουμένων,
Και κλήσεων μάλιστα χριστωνυμίας;
Πάππου γαρ · ευμοίρηκα Προδρομωνύμου,
Και θείον έσχον ΧΡΙΣΤΟΝ ωνομασμένον,
Γης Ρωσικής πρόεδρον, αβρόν εν λόγοις,
Υφ' οις αναχθείς ευσεβώς ανετράφην (Ι).


Εις τον πάππον και εις τον θειόν του μόνους καυχάται ο Πρόδρομος · η περί του πατρός του σιωπή βάλλει εις υποψίαν, μη οι γονείς του ήσαν της εσχάτης τάξεως και πολλά ταπεινού επαγγέλματος πολίται, ως εικάζεται και απο τους κατ' αυτού ονειδισμούς των επαγγελομένων ευγένειαν Μοναχών (2).

- - - - - - - - -
(Ι) Ίδε FABR. Bibliothec. Græc., tom. VI, pag. 8Ι7, όπου γράφεται κακά εις τον έκτον στίχον, οξυτόνως ΧΡΙΣΤΟ'Ν. Αν ήναι απο το Χ ρ ι σ τ ό ς, το κύριον όνομα πρέπει να γραφή παροξυτόνως Χ ρ ί σ τ ο ς · εάν απο το επίθετον Χ ρ η σ τ ό ς, το γεννώμενον εκ τούτου κυριωνυμικόν γράφεται Χ ρ ή σ τ ο ς.

(2) Ίδε Ποίημ. Β. Στίχ. 97-98.



Δια να κρίνη τις τον Πρόδρομον και του Προδρόμου τα ποιήματα, χωρίς να τον αδικήση, χρεωστεί να ερευνήση την σύγχρονον αυτού κοινήν του έθνους όλου κατάστασιν, την οποίαν εικονίζει αρκετά η ποίησίς του.

Ο Πρόδρομος ήτο σοφώτατος, όχι δια τα δύο του ταύτα βάρβαρα στιχουργήματα, αλλά διότι έγραψεν άλλα πολλά, και πεζά και έμμετρα, εις Ελληνικήν γλώσσαν, γραμματικά, ιστορικά, φιλοσοφικά, αστρονομικά και θεολογικά συγγράμματα, των οποίων ο κατάλογος ευρίσκεται εις τον Φαβρίκιον (Ι). Αλλ' η σοφία του Προδρόμου δεν ήτο πλην Πολυμάθεια χωρίς κρίσιν, και, ως λέγει ο Επίκτητος, φιλοσοφία χωρίς εγκέφαλον (2). Τοιαύτη όμως ήτο, πλην ολίγων τινών (3), όλων των συγχρόνων του Προδρόμου λογίων ανδρών η σοφία. Το μαρτυρούν τα συγγράμματά των · το μαρτυρεί η προς αλλήλους αγρία διαγωγή των, αι κατ' αλλήλων ύβρεις, αι συκοφαντίαι. Ίδαμεν οτι ο Πρόδρομος εσυκοφαντήθη απ' αλλον όμοιόν του λόγιον, τον Βαρύν, ως αιρετικός · δεν ηρκέσθη όμως ουδ' αυτός εις την ανωτέρω εξομολόγησιν της ορθοδοξίας του, αλλ' αντυβρίζει τον συκοφάντην με οργήν πολλά γελοίαν ετυμολογόν το όνομά του τοιουτοτρόπως ·

Το ΒΑΡ γαρ υιός εστιν Ελλάδι φράσει,
Του δ' ΥΣ πρόδηλός εστιν η σημασία (4),

ήγουν τον επωνόμασεν, Υ ι ό ν χ ο ί ρ ο υ, κατά το Εβραϊκόν όνομα, Βαρ Ιωνά (5). Τοιαύτην έλλειψιν αληθινής παιδείας μαρτυρεί τελευταίον και η τότε κοινή των όλων κυβέρνησις και κοσμική και ιερατική · αν δεν έχαναν τον εγκέφαλον, δεν ήθελαν χάσειν μετά τριακόσια έτη και την βασιλείαν.

- - - - - - - - -
(Ι) Ίδε FABR. Bibliothec. Græc., tom. VI, pag. 8Ι5-820.
(2) «Δει μεν και φιλοσοφείν, δει δε και εγκέφαλον έχειν» Διατριβ. κβ', I8, σεκ. 54.
(3) Απο τους ολίγους τούτους, τους σοφίαν και εγκέφαλον έχοντας, εχρημάτισεν αναντιλέκτως ο μακαρίτης Ευστάθιος ο Θεσσαλονίκης, όϛις επροσκόλλησε τόνομά του εις του Ομήρου τόνομα, σχολιάζων τα αθάνατα εκείνου ποιήματα. Αν απολεσθή η μνήμη του Ομήρου, θέλει παύσειν να μνημονεύεται και ο Ευστάθιος.
(4) FABR. Bibliothec. Græc. Tom. VI, pag. 8I7.
(5) Toυτέστιν Υιός Ιωνά (Ματθ. ιϛ', Ι7), απο δύο λέξεις εβραϊκάς · αλλά το πάθος της εκδικήσεως έκαμε τον Πρόδρομον να υποθέση το Β α ρ ύ ς σύνθετον απο δύο γλώσσας διαφόρους.



Και δια να αρχίσω απο τους αυτοκράτορας, ένας βέβαια απο τους όχι πολλά ψογερούς ήτο και ο προς τον οποίον προσφωνούνται του Προδρόμου τα ποιήματα, Μανουήλ ο Κομνηνός. Αρκετός του έπαινος ήθελ' είσθαι η ακατάπληκτος ανδρεία, και η στρατηγική του εμπειρία, εάν η λοιπή του βίου διαγωγή δεν ωμοίαζε πολλούς των προ αυτού, και των μετ' αυτόν αυτοκρατόρων. Δεσπότης απόλυτος, ως ήσαν εκείνοι, και έκδοτος εις τας ηδονάς, καθώς πολλοί απ' εκείνους, ηναγκάζετο να ποτίζη την τρυφήν του με τους ιδρώτας των μόλις εχόντων και αυτήν την αναγκαίαν τροφήν υπηκόων · περικυκλωμένος απο αυλικούς όχι ολιγώτερον δεσπότας της περιουσίας, της τιμής και της ζωής του λαού, εχρημάτισε (το χειρότερον) και θρήσκος μέχρις ενθουσιασμού, και θεολόγος, ώστε να φιλονεική περί θρησκευτικών δογμάτων με τους τότε προεδρεύοντας των εκκλησιών ιερωμένους.

Η τρυφή της αυλής δεν ήτον όμως εύρημα του Μανουήλ. Προ πολλού οι αυτοκράτορες μιμούμενοι τους Πέρσας και τους Πάρθους, την είχαν καταστήσειν αληθώς Ασιανήν αυλήν, έως και να την γεμίσωσι πλήθος ευνούχων, εκ των οποίων πολλοί και υπερίσχυσαν, ώστε να κυβερνώσι και τον βασιλέα, και την βασιλείαν όλην. Προ πολλού ήρχισαν να ενδύωνται ως οι Πέρσαι, να φορώσιν υποδήματα περσικά, να φέρωσιν επί κεφαλής διάδημα περσικόν, να πολυπλασιάσωσι τα οφφίκια της αυλής, και των αυλικών τους τίτλους, εις τους οποίους ησχολήθη περιεργότερον παρά τους άλλους του Μανουήλ ο πάππος, Αλέξιος ο Κομνηνός (Ι).

Αλλ' εις τον καιρόν του Μανουήλ και των εξής αυτοκρατόρων, η τρυφή των αυλικών εκίνησε και τεχνίτας και γεωργούς ν' αφήσωσι την γεωργίαν και τας τέχνας, και να πέσωσιν ως ακρίδες εις την αυλήν · όπου όχι μόνον ετρέφοντο χωρίς πολλούς κόπους, αλλ' ήλπιζαν ακόμη και να λαμπρυνθώσι με κανένα τίτλον αρχής, ή και υπουργίας ανδραποδώδους, οποίον ήθελ' είσθαι (φερειπείν) και αυτό του Λ α σ α ν ο φ ό ρ ο υ (2) το εντιμότατον αξίωμα.

- - - - - - - - -
(Ι) Και δια ταύτην την πολυπληθίαν και ποικιλίαν των τίτλων · εγκωμιάζεται πολύ ο Αλέξιος απο την θυγατέρα του Άνναν την Κομνηνήν. Ίδ. GIBBON, Histoir. de la décad. el de la chut. De l' empir. rom., tom. X. pag. 503-509, trad. Franç.
(2) Porteur de la chaise percée.



Μετά τον Μανουήλ εβασίλευσε προς μικρόν, δωδεκαετής την ηλικίαν, ο υιός του Αλέξιος Κομνηνός ο δεύτερος, του οποίου έφθειρ' εξεπίτηδες τα ήθη δια να τον καταστήση ανάξιον της βασιλείας, έπειτα τον έπνιξε, κ' εβασίλευσ' αντ' αυτού ο εξάδελφος και πενθερός του Κομνηνός, Ανδρόνικος ο πρώτος, ο επονομασθείς Νέρων των Γραικών.

Ο Ανδρόνικος έζησεν αληθώς και εκυβέρνησεν, ως ο Νέρων · αλλ' έλαβε τέλος πολύ δυστυχέστερον του Νέρωνος · αφού κατεσπαράχθη ανηλεώς απο τον λαόν της Κωνσταντινουπόλεως, εκρεμάσθη κατακέφαλα, και εξέψυξεν εβδομηκονταπενταετής την ηλικίαν, κατά το ΙΙ85 έτος, ότε ενηγορεύθη εις τόπον αυτού Ισαάκ ο δεύτερος, ο επονομασθείς Άγγελος.

Του Αγγέλου τούτου η διαγωγή δεν είχε τίποτε Αγγελικόν · έζησεν ως Σαρδανάπαλος, κ' εκυβέρνησεν ως Δεσπότης δημοβόρος, ή μάλλον ως ήθελε πράξειν ληστής σπουδάζων να μην αφήση τίποτ' εις τον ληστευόμενον, δια φόβον μη δεν εύρη καιρόν να τον ληστεύση και δεύτερον. Ηύξησε τον αριθμόν των ευνούχων και λοιπών υπηρετών της αυλής εις είκοσι χιλιάδας ψωμοκολάκων, ασωτεύων εις αυτούς εκατόν εκατομμύρια φράγκων κατ' έτος (Ι).

Παρά την αυλήν είχαν οι αργοί και άλλο καταφύγιον, την εκκλησίαν του κόσμου, και την εκκλησίαν των Μοναχών. Η πρώτη, παρά τας πλουσιοπροικισμένας αρχιερατείας επολυπλασίασεν εις την αυλήν του Χριστού, κατά μίμησιν της κοσμικής αυλής, τα εκκλησιαστικά οφφίκια και αξιώματα · και οι Πατριάρχαι ήρχισαν να μιμώνται της Παπικής αυλής τον τύφον, και να συνερίζωνται, ως εκείνοι, με τους αυτοκράτορας, επιθυμούντες να τους υποτάξωσιν εις τα θελήματά των.

- - - - - - - - -

(Ι) Τέσσερα εκατομμύρια Στηρλίνων, λέγει ο Άγγλος Γιββών (Ibid. tom. XII, P. I7), τα οποία συμποσούνται εις εκατόν εκατομμύρια (ΙΟΟ,ΟΟΟ,ΟΟΟ) φράγκων.



Aρκεί εις απόδειξιν η διαγωγή του Πατριάρχου Μιχαήλ του Κηρουλαρίου. Με πρόφασιν ορθοδοξίας εκίνησε διωγμόν κατά των ευρισκομένων εις την Ανατολήν Λατίνων, τους οποίους ωνόμαζεν Α ζ υ μ ί τ α ς, κ' έκλεισε τας εκκλησίας των. Ούτε τα άζυμα όμως, ούτε αι λοιπαί καινοτομίαι του Πάπα έθλιβαν την ψυχήν του Κηρουλαρίου · η αληθινή του θλίψις ήτον, οτι εκείνος ωνομάζετο Κ ε φ α λ ή της ε κ κ λ η σ ί α ς, απέλαυεν εξουσίαν σύνθετον απο Χριστού και κόσμου βασιλείαν, και ουδ' εις τούτο αρκούμενος, υπέταξεν εις αυτήν και τους τότε βασιλεύοντας εις την δύσιν απαιδεύτους απαιδεύτων λαών ηγεμόνας (Ι), ενώ ο Κηρουλάριος εστερείτο τοιούτον αντίχριστον κράτος.

- - - - - - - - -
(Ι) Ο Πάπας Λέων ο έννατος (Ι049-1054) εκραταίωσε την κατά των κοσμικών ηγεμόνων εξουσίαν, σύμβουλον έχων τον περιβόητον Ιλδεβράνδον, όστις έμελλεν αυτός μετ' ολίγους χρόνους (Ι073-Ι085) να ψηφισθή Πάπας, υπό τόνομα Γρηγορίου εβδόμου, και να μεταβάλη την Παπικήν καθέδραν εις τυράννου θρόνον, έως ν' αναγκάση και τον Αυτοκράτορα της δύσεως να έλθη εις την Ρώμην ως κατάδικος, να ζητήση συγχώρησιν απο την Αγιότητά του. Ίδ. DAUNOU, Ess. histor. sur la puiss. tempor. des Papes, pag. 120-139.



Τούτο τον έθλιβε, και τούτο προθυμούμενος να κατορθώση, εκίνησε την κατά του Αυτοκράτορος Μηχαήλ του έκτου στάσιν, κ' έβαλεν εις τόπον αυτού στέψας δημοσίως εις τον ναόν της αγίας Σοφίας (έτ. Ι050) τον Κομνηνόν Ισαάκ τον πρώτον, ελπίζων να τον έχη πάντοτε χάριτος υπόχρεων ως ευεργέτης. Μην αρκούμενος να επονομασθή Πατριάρχης Οικουμενικός (Ι), ήγουν να υποτάξη εις εαυτόν τους λοιπούς τρεις Πατριάρχας της Ανατολής, ετόλμησε να στολισθή και τα βασιλικά παράσημα, υποδενόμενος πορφυρά καταμαργαριτωμένα τσαγγία (2), τα οποία μόνοι των Ρωμαίων οι αυτοκράτορες, κατά μίμησιν των δεσποτών της Περσίας, εστολίζοντο, απαγορεύοντες αυτά με ποινήν βαρυτάτην και εις αυτούς αυτών τους οικειοτάτους συγγενείς. Εις διαφοράν τινά μετά του βασιλέως ετόλημησε να εκφωνήση, «Εγώ σ' έστεψα, εγώ και δύναμαι να σε καταλύσω (3)

- - - - - - - - - -
(I) Κατά τον Άγγλον Γιββώνα, ο Κηρουλάριος πρώτος εστολίσθη του Οικουμενικού τον τίτλον · άλλοι πιθανώτερον ιστόρησαν, οτι πρώτος Ιωάννης ο Νηστευτής επωνομάσθη (περίπου το 680 έτος απο Χριστού) Πατριάρχης οικουμενικός. Αλλόκοτος επιθέτων συναπάντησις, Ν η σ τ ε υ τ ή ς Ο ι κ ο υ μ ε ν ι κ ό ς ! Όπως αν ήναι, αν ο Κηρουλάριος δεν εχρημάτισ' ευρετής, εφάνη όμως πλέον εραστής του τίτλου παρά τον Νηστευτήν.
(2) Μετά 270 σχεδόν έτη (ήγουν Ι00 προ της αλώσεως), βασιλεύοντος του Παλαιολόγου Ανδρονίκου τρίτου, ανενέωσε την γελοίαν ταύτην κωμωδίαν, και την έπαιζε ζωηρότερα άλλος Πατριάρχης, Ιωάννης ο Απρηνός, υποδεθείς και αυτός τα βασιλικά πορφυρά τσαγγία. Ίδ. GIBBON, tom. XII, pag. 250.
(3) Iσαάκ ο πρώτος ούτος (ολότελα διάφορος απο Ισαάκ τον δεύτερον) εχρημάτισεν ένας απο τους χρηστούς αυτοκράτορας της Κωνσταντινουπόλεως, όσον είναι δυνατή η χρηστότης εις την απόλυτον εξουσίαν. Ότε ανέβη εις τον θρόνον, εύρηκε τον δημόσιον θησαυρόν εξηντλημένον απο τας αλόγους δαπάνας των μεγάλων, και απο τας εις του Μοναχούς δωρεάς. Δια να παύση την κοινήν απορίαν, επρόβαλε παράδειγμα οικονομίας εαυτόν, περικόψας πολλάς δαπάνας της αυλής, και ευτύχησε να κινήση εις μίμησιν πολλούς των αξιωματικών και αυλικών.



Η αυθάδειά του, τέλος, έφθασεν εις τόσον, ώστε φοβηθείς ο αυτοκράτωρ, ηναγκάσθη να εξώση απο τον πατριαρχικόν θρόνον και να εξορίση τον Κηρουλάριον.

Εις την τόσην όμως των ιερωμένων αυθάδειαν συνήργησαν αυτοί της Ανατολής οι αυτοκράτορες, και της Δύσεως οι λοιποί ηγεμόνες. Θέλοντες να κυβερνώσιν ως δεσπόται, κατεπλούτισαν με αργύρια, και κατεστόλισαν με τίτλους και προνόμια τους ιερωμένους, ως μόνους ικανούς να διδάσκωσι τον απαίδευτον λαόν την εις τους δεσπότας τυφλήν υποταγήν. Και οι ιερωμένοι εφάνησαν τόσον προθυμότεροι εις ταύτην την διδαχήν, όσον εξ αυτής έμελλαν ν' αυξήσωσι και αυτοί τας απολαύσεις των.

Δια να την κάμωσι δραστικωτέραν, έμβασαν εις την εκκλησίαν έθος παράλογον, έθος Ιουδαϊκόν, την δι' ελαίου χρίσιν και στέψιν των αυτοκρατόρων. Τοιαύτης χρίσεως ακόλουθον ήτον, οτι οι υπήκοοι εχρεώστουν να υποφέρωσι, ζωής, τιμής και κτήσεως αφαίρεσιν χωρίς γογγυσμόν, επειδή ο φονεύων, ατιμάζων ή ληστεύων αυτούς δεσπότης, αλειμμένος με έλαιον εις αυτήν την εκκλησίαν, παρόντος και ανευφημούντος πολλού ηλιθίου όχλου, εγίνετο χριστός θεού, όχι ολιγώτερον σεβάσμιος

- - - - - - - - -
Oι Μοναχοί μόνοι και οι Εκκλησιαστικοί δεν υπέφεραν την ελάττωσιν των προσόδων, και έχοντες συνήγορον και προστάτην της πλεονεξίας των τον Πατριάρχην Κηρουλάριον, ολίγον έλειψαν να διεγείρωσι τον λαόν κατά του οικονόμου των ιδρώτων του λαού Ισαάκ. Ίδε εις την Καθολικήν Βιογραφίαν, τους βίους του Ισαάκ και του Κηρουλαρίου.



και σεβαστός παρ' αυτόν τον αληθινόν Χριστόν Ιησούν (I).

Η χρίσις των βασιλέων, δεν εξεύρω αν εισήχθη απο πρώτον τον Κηρουλάριον εις την Ανατολικήν Εκκλησίαν · δεν επέρασαν όμως πολλοί χρόνοι εωσού οι μετ' αυτόν Πατριάρχαι έχριαν τους αυτοκράτορας του Βυζαντίου, κατά μίμησιν των Παπών, και των παπικών αρχιερέων, οι οποίοι πρώτον επενόησαν να χρίωσι τους δυτικούς ηγεμόνας.

Ο Άγγλος Γιββών, ιστορών την απο τον Πάπαν Στέφανον τον τρίτον χρίσιν του βασιλέως της Γαλλίας Πεπίνου (περί τα μέσα της ογδόης εκατονταετηρίδος), λέγει ρητώς, «Aπο τους Λατίνους εδανείσθη η Κωνσταντινούπολις την χρίσιν των αυτοκρατόρων της, εις τους τελευταίους χρόνους της αυτοκρατορίας. Κωνσταντίνος ο Μανασσής, λαλών περί της χρίσεως του Μεγάλου Καρόλου, την ονομάζει ιεροπραξίαν ξένην, Ιουδαϊκήν, ακατανόητον (2).» Και σημείωσε, οτι ο φερόμενος απο τον Γιββώνα εις μαρτυρίαν Μανασσής ούτος έφθασε και τον Κομνηνόν Μανουήλ και τον ποιητήν μας Πρόδρομον.

- - - - - - - - -
(Ι) Απόδειξιν του λεγομένου ευρίσκει ο αναγνώστης εις τα εξής του Προδρόμου ποιήματα · όστις άλλην διαφοράν δεν εύρηκε (Ποιημ. Β. 373-375) μεταξύ του Εμμανουήλ Ιησού Χριστού, και Μανουήλ του Κομνηνού παρά τον τεσσαρακονταπέντε αριθμόν.
(2) «L'onction royale de Constantinople fut emproutée des Latins à la dernière époque de l' empire. Constantin Manassès parle de celle de Charlemagne comme d' une cérémonie étrangère, juive et incompréhensible.» GIBBON, Histoir. de la décad. et de la chut. de l' empir. Rom, tom. IX, pag. 335, not. I.



Όπως αν ήναι, οι στεφανωμένοι και χρισμένοι ούτοι με το Ιουδαϊκόν χρίσμα αυτοκράτορες εκέρδαιναν τούτο, να επονομάζωνται ΘΕΟ'ΣΤΕΠΤΟΙ, ως και οι σήμερον χριόμενοι Δυτικοί χριστιανοί ηγεμόνες, και παρά τούτο έτι και ΘΕΙΟΙ, και ΑΓΙΟΙ (Ι) · κέρδος όχι μικρόν, το οποίον οι δεσπόται εξεύρουν να πολυπλασιάζωσιν εις απολύτου εξουσίας θησαυρόν.

- - - - - - - - -
(Ι) Η ΥΜΕΤΕΡΑ ΘΕΙΟΤΗΣ, ή Η ΥΜΕΤΕΡΑ ΑΓΙΟΤΗΣ, έλεγαν οι ταλαίπωροι υπήκοοι λαλούντες ή γράφοντες και προς αυτούς τους νερωνικούς τυράννους. ΑΓΙΟΝ ΒΑΣΙΛΕΑ, και ΑΓΙΟΝ ΔΕΣΠΟΤΗΝ, ονομάζει ο Πτωχοπρόδρομος (Ποιημ. Β. 440, και 504) τον Μανουήλ.



Αναγκαίον έκρινα να εκτανθώ εις το περί της χρίσεως των βασιλέων, όχι μόνον δια να δείξω, οτι είναι εύρημα της Παπικής αυλής (ως και πολλά άλλα περί των οποίων μας ονειδίζει αναισχύντως η Ρώμη), και όχι της Ανατολικής εκκλησίας, η χρίσις των βασιλέων · αλλά πολύ πλέον δια να παρακαλέσω τους ομογενείς μου εις την χρεωστουμένην προσοχήν μη μολύνωσι την νέαν πολιτείαν με άλλας πολλάς καταχρήσεις της Γραικορωμαϊκής βασιλείας.

Εκείνοι, και βασιλείς και πλούσιοι, παρά την εις τας κατά πόλεις εκκλησίας και τους εκκλησιαστικούς δεισιδαίμονα και άσωτον χορηγίαν, κατεπλούτιζαν ακόμη και την εκκλησίαν των Μοναχών, πολυπλασιάζοντες, με μεγάλην και των τεχνών και της γεωργίας ζημίαν, τους Μοναχούς και τα Μοναστήρια. Εις τούτα, ονομάσαντες αυτά με πολλά παράξενον όνομα, Κ α τ α φ ύ γ ι α τ ω ν σ ω ζ ο μ έ ν ω ν, ως να ήτο των χριστιανών η σωτηρία έξω των Μοναστηριών αδύνατος · εις τούτα, λέγω, κατέφευγαν πλήθος ανδρών και γυναικών, άλλοι δι' αργίαν, άλλοι δια δεισιδαιμονίαν, πολλοί δια κενοδοξίαν, και όχιι ολίγοι, σπουδάζοντες να σώσωσιν, ως απο πυρκαϊάν, μέρος τι της δαπανωμένης απο φόρους ανυποφόρους περιουσίας των, αφιερόνοντες και ταύτην με το σώμα των εις τα Μοναστήρια, και εξάπτοντες μ' αυτήν επιπλέον την φιλαρχίαν και την πλεονεξίαν των Μοναχών. Εσυγκρότησαν λοιπόν και ούτοι αυλήν, ως οι Βασιλείς και οι Πατριάρχαι, εσύνταξαν τυπικά, εδιώρισαν αξιώματα μοναστικά · και οι ηγούμενοι, αν δεν έφθασαν εις όσην είχαν τότε εξουσίαν οι ηγούμενοι των μοναστηρίων της δυτικής εκκλησίας (Ι),

- - - - - - - - -
(Ι) Εις την Δύσιν οι Λατίνοι Ηγούμενοι (Αbbés), είχαν δεσποτείαν απόλυτον εις τους Μοναχούς, ώστε και να τους κολάζωσι με τας τότε συνήθεις εις τα κοσμικά κριτήρια βαρβάρους ποινάς, φυλακήν εις σκοτεινά υπόγαια, οφθαλμών εκτύφλωσιν, αποκοπήν γλώσσης, και άλλα τοιαύτα απάνθρωπα κολαστήρια. GIBBON, ibid., tom. VI, pag. 503. - DE POTTER, l' Esprit de l' Εglis. tom. V, pag. 3II.



αν δεν ετόλμησαν να υποδεθώσι πορφυρά τσαγγία, ως ο Κηρουλάριος, απέλαυαν όμως ικανήν απόλυτον δεσποτείαν εις τους υπ' αυτούς Μοναχούς, ώστε και να ονομάζωνται αυτοί τε και οι περί αυτούς ΜΕΓΑΛΟΙ (Ι), και τόσην υπόληψιν απο την ηλίθιον θεοβλάβειαν των κοσμικών, ώστε να προσκυνώνται απ' αυτούς ως οσιώτατοι, και να σύρωσι καθημέραν τας οικίας, τους αγρούς, τους ελαιώνας, τους αμπελώνας, εις ένα λόγον, τα κτήματά των εις τας Μονάς, ως χρεωστούμενον μισθόν, όσων έκαμναν, ή επαγγέλλοντο οτι κάμνουν, νύκτα και ημέραν προσευχών εις τον θεόν υπέρ της σωτηρίας αυτών.

- - - - - - - - -
(Ι) Εις των ανδρών τα μοναστήρια ο Ηγούμενος, ΜΕΓΑΣ, και εις τα γυναικεία η κυρά Ηγουμένισσα, ΜΕΓΑΛΗ (Ίδε Δουκάγγ. σελ. 895-896.)



Τόσος πλούτος, τόση εξουσία ακόλουθον ήτο να γεννήση την φιληδονίαν εις τας ψυχάς των Μοναχών, και ακολούθως την υπόκρισιν, δια τον φόβον μη μάθωσιν οι κοσμικοί πού και πώς εξωδεύοντο αι εις τα μοναστήρια ανόητοι ελεημοσύναι και δωρεαί των.

Και αν το δίκαιον απαιτή, να ομολογήσωμεν το και απο τους ετεροδόξους (2) ωμολογημένον, οτι και Μοναχοί και ιερωμένοι της Ανατολικής εκκλησίας, παραβαλλόμενοι με τους τότε και τους μετέπειτα Πάπας, Αρχιερείς, ιερείς και Μοναχούς της Δυτικής, πρέπει να λογίζωνται άγιοι, δεν έλειψαν όμως να σκανδαλίσωσιν αρκετά τους κοσμικούς με την άσωτον αυτών διαγωγήν, και να ταχύνωσι πληθυνόμενοι με την αυξηθείσαν απ' αυτούς κοινήν δεισιδαιμονίαν, την κατάλυσιν της Γραικορωμαϊκής αυτοκρατορίας.

- - - - - - - - -
(2) Ίδε κατωτέρ. σελ. μϛ'.



Το κακόν είχεν αρχίσειν προ πολλού (Ι), και εις τους χρόνους των Κομνηνών έφθασεν εις τόσην ακμήν, ώστε να κατασταθή ανίατον. Της περί τα μέσα της πέμπτης εκατονταετηρίδος συγκροτηθείσης εις την Χαλκηδόνα τετάρτης οικουμενικής συνόδου οι κανόνες αποδείχνουν την διαστροφήν των ιερωμένων και των Μοναχών, την οποίαν ματαίως εσπούδασε να διορθώση η σύνοδος. Σιμωνίαι, μεταβάσεις απο θρόνον εις θρόνον, χειροτονίαι χωρίς χρείαν χειροτονουμένων, σφετερισμοί εκκλησιαστικών απο διοικήσεις κοσμικών κτημάτων, πολιτικών και στρατιωτικών αξιωμάτων επιθυμίαι, συνωμοσίαι, φατρίαι, ταραχοποιΐαι μοναχών (2) και κληρικών, αρπαγαί γυναικών · τοιαύται αταξίαι απαγορεύονται απο την σύνοδον (3).

- - - - - - - - -
(Ι) Ιδού τι λέγει ο Ζώσιμος περί των Μοναχών της τετάρτης και πέμπτης εκατονταετηρίδος · «Συστήματα δε πολυάνθρωπα κατά πόλεις και κώμας πληρούσιν ανθρώπων αγάμων, ούτε προς άλλην τινά χρείαν αναγκαίαν τη πολιτεία · πλην οτι προϊόντες οδώ, μέχρι του νυν εξ εκείνου, το πολύ μέρος της γης ωκειώσαντο, προφάσει του μεταδιδόναι πάντων πτωχοίς, πάντας (ως ειπείν) πτωχούς καταστήσαντες». (Ζωσιμ. Ιστορ. V, 23).
(2) «Τω μοναχικώ κεχρημένοι προσχήματι τας τε εκκλησίας και τα πολιτικά διαταράσσουσι πράγματα κ. τ. λ.» Καν. γ' της εν Χαλκηδ. συνόδ.
(3) Ίδε τους 29 κανόνας της εν Χαλκηδόνι συναθροισθείσης συνόδου κατά το 45Ι έτος ·


Εις τους κατωτέρω χρόνους επομπεύθησαν εις τας οδούς της Κωνσταντινουπόλεως, με μέγα σκάνδαλον των θεατών, δύο αρχιερείς (Ι). Τούτο δεν αποδείχνει, οτι ήσαν αληθώς ένοχοι του βδελυρού εγκλήματος, δια το οποίον εκολάζοντο · εκ τούτου όμως συμπεραίνεται, και η τότε περί των ιερωμένων υπόληψις, και η βάρβαρος σκληρότης των κολαστών και των νόμων, οι οποίοι εθεάτριζαν, όσα ήτο δυνατόν να κολάσωσι χωρίς τοιούτον θεατρισμόν.


[...]